Κρυολόγησα και μένω σπίτι, όπως και τόσοι άλλοι, αυτές τις μέρες: Έτσι και αλλιώς, λίγο ή πολύ, όλοι μας βιώνουμε μια κατάσταση χειμέριας νάρκης, δεδομένου του ιού.

Στην αρχή, το ομολογώ, πέρασα 24ωρα αγκαλιά με τη μαγική μου οθόνη: Πότε να βλέπω βίντεο και πότε να διαβάζω ειδήσεις, πότε στα social media να διαβάζω posts και πότε στο Netflix, να βλέπω ταινίες και ντοκιμαντέρ, για ένα σωρό ενδιαφέροντα θέματα.

Το ίντερνετ βλέπετε, είναι κάτι σα το κουτί της Πανδώρας- ένα κουτί που το ανοίγεις φορές από περιέργεια, φορές από βαρεμάρα, και βλέπεις από μέσα του να ξεπετάγονται όλες οι δυνατές εκδοχές της ανθρώπινης φύσης. Η γκάμα ποικίλλει, από τις ουσιαστικές στις ασήμαντες, και από τις φωτεινές στις σκοτεινές, φορές και αποτρόπαιες εκδοχές, μιας και ο άνθρωπος, πάντοτε κουβαλά ανάκατα μέσα του το φως με το σκοτάδι.

Ύστερα, το παραδέχομαι, έπαθα υπερκόπωση από την τόση εικόνα, πληροφορία και άποψη, άφησα την οθόνη, και έζησα 2 μέρες χωρίς ίντερνετ, αποφασίζοντας να δω την καθημερινή μου ζωή, μέσα από μι’ άλλη οπτική: Αυτή του δημιουργού και όχι πια του παρατηρητή!

Γιατί κατάλαβα- ζώντας τις μέρες μου καταμεσής μιας χειμέριας νάρκης, πως όσες ειδήσεις, εικόνες, βίντεο, κουτσομπολιά, podcasts, documentaries και ταινίες να δω, η ζωή μου δεν αλλάζει: Τα κρούσματα θα συνεχίσουν να αυξάνονται, οι άνθρωποι ν’ αρρωσταίνουν και αλίμονο, να πεθαίνουν, οι επιχειρήσεις να πέφτουν έξω, και οι κυβερνήσεις να παλεύουν ποια θα κάνει τα λιγότερα λάθη, ποια θα εφεύρει πρώτη το σωτήριο εμβόλιο. Κι οι άνθρωποι θα συνεχίσουν- όπως μπορούν και ό,σο γίνεται- να ξυπνάνε και να πηγαίνουν στη δουλειά- διόρθωση, στο σαλόνι τους, μάλλον- και να συνεργάζονται και να δημιουργούν και να επικοινωνούν και να ερωτεύονται, φορές και να παντρεύονται, έστω και με μάσκες!

Βλέπετε, η δύναμη της Ζωής, ακόμη και καταμεσής μιας βαριάς χειμέριας νάρκης- σαν αυτή στην οποία πέσαμε όλοι μας λίγο-πολύ από πέρσι, από τη στιγμή που ο covid-19 μας γνωστοποίησε την παρουσία του-είναι και θα είναι, αλάθητα η ίδια: Είναι αυτά τα 10 λεπτά που φεύγουν για να γίνουν 20, και ύστερα 30, κι έπειτα 1 ώρα, 2, ίσως 3, κι ύστερα το φως φεύγει και φέρνει το σκοτάδι, μιας και ο Χρόνος- για κάθε έτος που μεγαλώνουμε, δίχως να μας ρωτά, μας κάνει δώρο την έλλειψη συναίσθησης του ότι κυλά: Ξεγλιστρούν τα λεπτά, και δραπετεύουν οι ώρες απ’ τις μέρες μας, και μεταναστεύουν τα χρόνια απ’ τις ζωές μας, προτού εμείς, καλά- καλά, κατορθώσουμε να εύρουμε ποιοι είμαστε και πού πάμε, κι ο Θάνατος, μας τσακώνει μοιραία ανύποπτους και απροετοίμαστους, να μετανιώνουμε, για ότι δε ζήσαμε!

Αφού η Ζωή- έστω και καταμεσής μιας σκοτεινής χειμέριας νάρκης- βρίσκει διαρκώς τους τρόπους να ξεγλιστρά απ’ τα χέρια μας και να εξελίσσεται, μακριά από την οθόνη, μιας και η Ζωή και ο Χρόνος και ο Θάνατος, υπερβαίνουν πάντα εμάς και τα δημιουργήματά μας. Η Ζωή, είτε είμαστε παρατηρητές, είτε είμαστε δημιουργοί, με τον ίδιο τρόπο, για όλους μας, αρχινά, ξεδιπλώνεται και φεύγει!

Μιας και το ερώτημα δεν είναι, αν πετύχαμε ή αποτύχαμε, αν μάθαμε λίγα ή πολλά, αν είδαμε 10 ή εκατό εικόνες, ή διαβάσαμε 20 ή διακόσια άρθρα: Βλέπετε, το ερώτημα είναι, αν, αυτά τα 10, ίσως και 20 καθημερινά μας λεπτά, τα ζήσαμε.. Αν αυτά τα 10, πες και 30, καθημερινά μας λεπτά, τα περάσαμε ως δημιουργοί και όχι παρατηρητές, ενδύοντάς τα, ο καθένας μας,  με το δικό του νόημα!