Είπα να γράψω ένα ωραίο σεντονάκι για αυτό το τουί του Πρωθυπουργού που κάθε λίγο και λιγάκι εμφανίζεται στην επικαιρότητα. Όχι το συγκεκριμένο τουί προφανώς, αλλά το αφήγημα πως όσο παρέχονται οικονομικά κίνητρα σε όσους αποφάσισαν να ζήσουν σε άλλη χώρα, αυτοί θα επιστρέψουν τρέχοντας. Υπονοώντας ότι το μοναδικό πρόβλημα που έχει η Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες, είναι το μισθολογικό και το φορολογικό. Ας το πάρουμε λίγο αυτό το τουί από την αρχή:

«Η Ελλάδα είναι μία χώρα με καταπληκτική ποιότητα ζωής».
Ανά καιρούς βγαίνουν κάποιοι δείκτες και έρευνες που επιχειρούν να ποσοτικοποιήσουν την «ποιότητα ζωής» σε μία χώρα, αλλά σε γενικές γραμμές αυτό παραμένει κάτι εντελώς υποκειμενικό. Για κάποιους «ποιότητα ζωής» είναι να δουλεύουν όσο λιγότερο μπορούν, να εκμεταλεύονται παραθυράκια στο νομικό σύστημα ώστε να επωφελούνται από μικροπαρανομίες, να οδηγούν όπως γουστάρουν χωρίς επιπτώσεις, να αράζουν στο καφενείο όλη μέρα και να κουτσομπολεύουν, να χτίζουν όπως και όπου θέλουν, να μολύνουν το περιβάλλον όπως και όποτε θέλουν και να ζουν εν τέλει σε μία κοινωνία που η ατομική ελευθερία δεν περιορίζεται από τα όρια της ελευθερίας κανενός άλλου ή οποιουδήποτε κοινωνικού συμβολαίου. Υπό αυτή την έννοια, ναι η Ελλάδα έχει καταπληκτική ποιότητα ζωής. Έχει και καλό καιρό, έχει και πολλούς χαβαλέδες γενικά, οπότε YOLO και forever young. Και δεν τα γράφω καθόλου ειρωνικά όλα αυτά. Υπάρχει πολύς κόσμος που όλα αυτά τα θεωρεί προνόμια σε σχέση με κοινωνίες άλλων χωρών.
Υπάρχουν όμως και άλλοι, αρκετοί από τους οποίους κατάφεραν και έφυγαν από την Ελλάδα, που την ποιότητα στη ζωή την εντοπίζουν σε άλλες συνθήκες. Να μπορείς ας πούμε αν είσαι ΑΜΕΑ ή γονιός με καροτσάκι να βγαίνεις βόλτα ή να μετακινείσαι ελεύθερα χωρίς κάθε φορά να πρέπει να αποφεύγεις εμπόδια και ΙΧ παρκαρισμένα σε πεζοδρόμια – όπου υπάρχουν όντως πεζοδρόμια. Να μπορείς να οδηγάς πολύ πιο απερίσκεπτα και με ασφάλεια γιατί ξέρεις ότι και οι άλλοι οδηγοί κάνουν το ίδιο. Να μετακινείσαι τακτικά με τα ΜΜΜ χωρίς να στριμώγνεσαι σαν τη σαρδέλα σε ώρες αιχμής και να μπορείς να σχεδιάζεις με ακρίβεια λεπτού τις μετακινήσεις σου στην πόλη. Να μπορείς να μετακινείσαι με ποδήλατο με ασφάλεια και επιλογές διαδρομών. Να μπορείς να αράζεις σε καλοσυντηρημένα και καθαρά πάρκα. Να βλέπεις γενικά θετικές και ευγενικές φάτσες και όχι μίζερες και αγενείς. Να κάνεις όλες τις συναλλαγές σου με το Δημόσιο ηλεκτρονικά. Να γνωρίζεις ότι το παιδί σου εκπαιδεύεται, μορφώνεται και καλλιεργείται σε δημόσια σχολεία που παρέχουν σωστή και υψηλού επιπέδου εκπαίδευση. Να ξέρεις ότι μέσα στα Πανεπιστήμια δεν σουλατσάρουν συμμορίες που διακόπτουν μαθήματα και ξυλοφορτώνουν καθηγητές και φοιτητές, αλλά ότι παρέχεται ουσιαστική μόρφωση με πλήρη διασύνδεση με την αγορά και την αγορά εργασίας. Και χίλια-δυο άλλα πράγματα για τα οποία φωνάζουμε δεκαετίες τώρα. Και ναι, ο κόσμος έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια. Μπορείς να απολαμβάνεις, ήλιο, θάλασσα και «ΞΕΓΝΟΙΑΣΑ» σε πολλά μέρη του κόσμου με πολύ καλύτερες υποδομές από την Ελλάδα. Δεν υπάρχει ένα, γενικό και τέλειο «εξωτερικό». Υπάρχουν πολλές χώρες ή ακόμα και περιοχές εντός χωρών, οι οποίες παρέχουν κάποια ή όλα αυτά σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Φυσικά και αυτές με τα δικά τους αρνητικά. Αλλά στο θέμα «ποιότητας ζωής», είναι πολύ αμφιλεγόμενο το «καταπληκτικό» της Ελλάδας.

«Αν μπορεί να προσφέρει καλή εργασία και καλές απολαβές, για κάποιον που είναι Έλληνας, η επιστροφή είναι περίπου μονόδρομος».
Όχι. Δεν είναι ούτε στο περίπου, ούτε στο ελάχιστο. Δεν είναι οι απολαβές και η φορολογία τα θεμέλια της «καλής εργασίας». Είναι το εργασιακό περιβάλλον, οι ευκαιρίες εργασίας, οι ευκαιρίες εξέλιξης, η αξιοκρατία και ο επαγγελματισμός. Στην Ελλάδα, τόσο ο δημόσιος όσο και ο ιδιωτικός τομέας έχουν πολύ χαμηλές επιδόσεις σε όλα τα παραπάνω. Χωρίς σοβαρή αξιολόγηση, με επιχειρήσεις που λειτουργούν με βάση το βραχυπρόθεσμο κέρδος των μετόχων και όχι την ανάπτυξη. Με σχεδόν ανύπαρκτη την έννοια της επένδυσης στο ανθρώπινο δυναμικό και τη δημιουργία οργανισμών που παράγουν πλούτο και τον επανεπενδύουν τόσο εσωτερικά όσο και στην κοινωνία για να αναπτυχθούν. Και αυτά δεν αλλάζουν μόνο με κυβερνητικές ή νομικές αποφάσεις. Αυτά είναι μέρος μίας ευρύτερης κουλτούρας: της ελληνικής. Όπου η αρπαχτή, το εύκολο κέρδος και το βόλεμα αποτελούν βασικό θεμέλειο της εγχώριας επιχειρηματικότητας. Και φυσικά στον αντίποδα, ένα άλλο στοιχείο της ελληνικής κουλτούρας: ο φθόνος. Όπου το κέρδος δαιμονοποιείται και ακόμα και η υγιής επιχειρηματικότητα πολλές φορές έρχεται αντιμέτωπη με έναν άκαιρο και απαρχαιωμένο συνδικαλισμό που συμβάλλει στον μεγαλύτερο συντηρητισμό της αγοράς.

«Γι’ αυτό έχουμε δώσει μία σειρά από φορολογικά κίνητρα και για τις επιστροφές νέων από το εξωτερικό».
Όπως είχα γράψει και παλαιότερα σε παρόμοια ανάρτηση του Πρωθυπουργού, δε μου λέει κάτι αν επιδοτήσεις την μισθοδοσία μου για 3 χρόνια για να εργαστώ σε μία επιχείρηση που είναι αδύνατο να διπλασιαστεί ο μισθός μου σε 5 χρόνια ή να εξελιχθώ. Δε μου λέει κάτι η φοροελάφρυνση αν ο εργοδότης μου δεν επενδύει σε μένα επειδή λειτουργεί ακόμα με το σκεπτικό ότι υπάρχει «ουρά ανέργων» έξω από την πόρτα του που θα δούλευαν και με τα μισά λεφτά.

Είναι απολύτως κατανοητό το επικοινωνιακό και πολιτικό σκέλος τέτοιων πρωθυπουργικών και κυβερνητικών αναρτήσεων. Τέσσερα χρόνια κρατάει η κάθε κυβέρνηση και θέλει να παρουσιάζει έργο. Το θέμα του brain drain όμως και της μετανάστευσης γενικότερα δεν λύνεται ούτε σε τέσσερα ούτε σε δέκα χρόνια. Λύνεται σε βάθος γενεών. Δεν μπορείς να φέγγεις το μισθολογικό και το φορολογικό μόνο, όταν το υπόλοιπο περίβλημα είναι σάπιο και σκοτεινό. Οι άνθρωποι θα επιστρέψουν στην Ελλάδα, όταν η Ελλάδα καταφέρει και γίνει ίδια ή καλύτερη χώρα από αυτή που ζουν τώρα. Και αυτό θέλει πολύ δουλειά, υπομονή, πολλά χρόνια, αλλαγή μίας ολόκληρης κουλτούρας, (που θα οδηγήσει και στην αντίστοιχη βελτίωση της εργασιακής) και φυσικά πολλές διαφορετικές ενδιάμεσες κυβερνήσεις που εργάζονται με κοινό αυτό το σκοπό.