Το 1994 πέρασα ένα χρόνο στη Σκωτία. Κάθε πρωί ξυπνούσα με τη θέα των Highlands από το δωμάτιό μου, ένα ονειρικό τοπίο με έντονη την αρμονία των χρωμάτων της φύσης σε κάθε εποχή, είτε ήταν άνοιξη, είτε χειμώνας. Τριάντα χρόνια μετά η έντονη ανάμνηση εκείνης της νεανικής μου καρτ-ποστάλ που τόσο καλά είχε αποθηκευτεί στον υποσυνείδητο νου μου, ξεπρόβαλε μπροστά στα μάτια μου.

Αφορμή υπήρξε το ευγενές Τhe Macallan, και πιο συγκεκριμένα το The Macallan Harmony Collection το οποίο σε συνεργασία με τις αδερφές Stella και Mary McCartney κατάφεραν να με ταξιδέψουν πίσω στο παρελθόν της σκωτσέζικης φύσης και να με φέρουν πάλι πίσω στην αστική ευεξία που μπορεί να προσφέρει σήμερα μια σύγχρονη πόλη σαν την Αθήνα, στην οποία ζω και αγαπώ.

Πριν λίγες εβδομάδες βρέθηκα λοιπόν, στην επίσημη παρουσίαση της τρίτης εμφιάλωσης από τη σειρά «The Harmony Collection» και δοκίμασα το υπέροχο αποτέλεσμα. Έμαθα ότι η Stella και η Mary συνεργάστηκαν με το Macallan για τη δημιουργία της τρίτης πολυαναμενόμενης κυκλοφορίας από τη σειρά «The Harmony Collection» – τη νέα, περιορισμένης κυκλοφορίας, ετήσια εμφιάλωση, η οποία καθρεφτίζει την αειθαλή εξέλιξη, καινοτομία και δημιουργική νοοτροπία του brand.

Η τρίτη αυτή εμφιάλωση, The Macallan Harmony Collection – Amber Meadow γιορτάζει και εξυμνεί την εντυπωσιακή φύση της Σκωτίας, που συνδέει όλες τις γενιές που έχουν περάσει από αυτήν, ενώ εμπνέεται από την βαθιά αγάπη των αδερφών McCartney για τη Σκωτία, που πηγάζει από τις κοινές αναμνήσεις τους στην ύπαιθρο, όπου πέρασαν όλα τους χρόνια ως παιδιά.

Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε και η brand ambassador του The Macallan, Άννα Μεταξά «με αυτή τη βραδιά έχουμε την ευκαιρία και εμείς να θυμηθούμε τις δικές μας αγαπημένες αναμνήσεις και μαζί να δημιουργήσουμε καινούργιες».

Για να γίνει ακόμα πιο έντονη αυτή η βαθιά σύνδεση με τη φύση και το γήινο στοιχείο, οι ετικέτες και οι συσκευασίες της εμφιάλωσης έχουν κατασκευαστεί αξιοποιώντας επαναχρησιμοποιούμενα χόρτα απο λιβάδια, αγκαλιάζοντας την ανακύκλωση φυσικών υλικών για να δημιουργήσουν μία συνέχεια από τους πόρους στο τέλος της ζωής τους.