Το project “Κυριακή στην εκκλησία”, ξεκίνησε από πολύ νωρίς.
Η μάνα μου, φρόντισε να είμαστε μέλη του κυριακάτικου ποιμνίου, παρόλο που θέλαμε να απολαύσουμε τον ύπνο μας ή να παίξουμε με το πειρατικό καράβι των playmobil.
Η συμμετοχή μας αυτή, της δημιουργούσε μια ασφάλεια και αποτελούσε μέσο αντιμετώπισης, γεγονότων που ξεπερνούσαν τα όρια, που είχε θέσει για την ανατροφή μας.
Όπως όταν ο αδερφός μου, ήρθε μεθυσμένος σπίτι κ ενώ όλοι οι φίλοι του επισκέφτηκαν το τοπικό νοσοκομείο, αυτός ήταν πρώτο στασίδι στο ναό.
Ή όταν ανακάλυψε πως στη βιντεοκασέτα, δεν ήταν γραμμένος ο γάμος του Παυλάκη, αλλά ταινία που ξεκινούσε μετά τις 12 στο RTL, μας εξανάγκασε να ήμαστε εκεί, πρωί-πρωί, κ να επαναλάβουμε με τον πάτερ-Κυριάκο, το «αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού».
Στο «Πάτερ ημών», θυμάμαι, να στρέφω το κεφάλι μου ψηλά, έτσι ασυναίσθητα.
Στο γονάτισμα που ακολουθεί το «τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν», να εκλιπαρώ να έχω γράψει καλά στο απρόσμενο διαγώνισμα των αρχαίων, να περάσω στο πανεπιστήμιο ή το τελευταίο μάθημα για το πτυχίο, να πετύχει το κούρεμα, να γίνω δόκιμος, να έρθει η μετάθεση σε κοντινό στρατόπεδο, να βρω δουλειά, να ανέβει η μετοχή που αγοράστηκε από λάθος, να με θέλει όσο εγώ, κ όλα να πραγματοποιούνται….
Κ στο «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπη προσέλθετε», φίλοι στέκονται καρτερικά στη σειρά για τη Θεία Κοινωνία κ μετά το αντίδωρο, κανονίζουν βόλτες με τα ποδήλατα. Όλοι, σήμερα, καταγράφουν λαμπρή πορεία ως ιατροί, ως καθηγητές, ως βουλευτές, ως διευθύνοντες σύμβουλοι, είτε ως προικοθήρες (εγώ), ως σύζυγοι, ως γονείς.
Πλέον, τα πρωινά της Κυριακής με βρίσκουν σε μια μικρή εκκλησία των Βορείων Προαστίων, κάνοντας την αυτοκριτική μου, ζητώντας συγχώρεση, σχεδιάζοντας το πλάνο της επερχόμενης εβδομάδας, που κυλάει όπως ακριβώς επιθυμώ ήρεμα-γαλήνια.
Κ από Κυριακή σε Κυριακή, να μεταμορφώνομαι σε καλύτερο άνθρωπο…
…που παρακαλεί για ένα μόνο, απλό και ουσιαστικό, πράγμα:
Να είμαστε όλοι καλά…