Hands of the prisoner in jail

του Αλέξανδρου Λαβιδά-Μωυσίδη

Ο Αριστοτέλης πρέσβευε ότι σκοπός της δημοκρατίας είναι η ελευθερία λόγων και έργων (ρητορική, Α8, 1366α), ενω ο Αρίστιππος οτι οι νόμοι και τα ήθη είναι που επιβάλλουν τις διακρίσεις καλού – κακού, σωστού – λάθους, ενώ αντικειμενικά τίποτα δε θεωρείται εκ προοιμίου ή το ένα ή το άλλο.

Αφού λοιπόν το περί δικαίου αίσθημα δεν είναι κοινό σε όλους τους ανθρώπους,  η υπερβολική ελευθερία ορισμένων μπορεί να καταλήξει σε ασυδοσία. Και οι νόμοι ορισμένων πολιτειών, επιβάλλοντας τις προβλεπόμενες ποινές στους δράστες, προβλέπουν μεταξύ των άλλων ποινών και τη θανατική, την «εσχάτη των ποινών».

Το θέμα που έχει απασχολήσει πολλούς ερευνητές (νομικούς, κοινωνιολόγους, πολιτειολόγους) είναι αν αυτή πρέπει να διατηρηθεί ή να καταργηθεί. Και όπως όλα τα ζητήματα επιδέχονται περισσότερες από μια λύσεις, έτσι και στην περίπτωση αυτή υπάρχουν τα υπέρ και τα κατά. Για τα δεύτερα, πολλά έχουν ήδη ειπωθεί. Ας δούμε εδώ μόνο τα υπέρ:

  1. 1. «Dura lex sed lex», έλεγαν οι λατίνοι για να αιτιολογήσουν την ανάγκη υποταγής στους σκληρούς νόμους της πολιτείας. Και όπως οι αρχαίοι έλληνες, θεοποιούσαν και αυτοί τη δικαιοσύνη στο πρόσωπο της θεάς Δίκης, η οποία απέδιδε την τίση (τον κολασμό) με διανεμητικό τρόπο: «το οφειλόμενον εκάστω». Οι Ιουδαίοι πρέσβευαν επίσης το «οφθαλμόν αντί οφθαλμού». Σε χώρες τη ανατολής επιβάλλεται και σήμερα ακόμα, ο αποκεφαλισμός για τα κακουργήματα. Ιστορικά ειδωμένο λοιπόν, το θέμα είναι διαχρονικά επίκαιρο. Γιατί όσα αισθήματα ενυπήρχαν στους παλιούς λαούς, εκφρασμένα μέσω των νόμων τους, τα ίδια υπάρχουν απαράλλακτα και στους νεότερους. Αρκεί μόνο να σκεφτούμε πώς θα αντιδρούσαμε αν κάποιος μας απειλούσε με μαχαίρι: θα του δίναμε ένα χαστούκι, θα περιμέναμε αδιάφορα να μας σκοτώσει, ή θα αμυνόμασταν ανάλογα;
  2. 2. Η τεχνολογία μας δίνει σήμερα τη δυνατότητα να ακινδυνοποιήσουμε ανώδυνα ένα κοινωνικά μη αποδεκτό άτομο, έναν αμετανόητο εγκληματία, με μια απλή ένεση. Ο λιθοβολισμός του παρελθόντος αποτελεί εκδήλωση μιας βάρβαρης κουλτούρας. Άλλωστε τελικός σκοπός δεν είναι ο βασανισμός του δράστη για την απόδοση της τιμωρίας, αλλά η αποσόβηση του κινδύνου από τη δράση του ατόμου αυτού.
  3. 3. Η ζωή είναι αναφαίρετο αγαθό και πρωταρχική αξία για κάθε ανθρώπινο όν.
    Η προστασία της αποτελεί υποχρέωση της πολιτείας και ευθύνη του νομοθέτη.
    Το αξίωμα όμως αυτό λειτουργεί αμφίδρομα, αφού οφείλουμε να προστατεύσουμε και το κάθε υποψήφιο θύμα από το θύτη, στερώντας από μια αρρωστημένη προσωπικότητα τη δυνατότητα να βλάπτει τις ζωές των άλλων. Η πλάστιγγα κλίνει -τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά- υπέρ των πολλών: τα αγαθά των πολλών εναντίον του αγαθού του ενός. Άλλωστε ένας άνθρωπος που περιφρουρεί τη ζωή του για να τη χρησιμοποιήσει σαν όπλο εναντίον των άλλων, δε θα θυσιαστεί ποτέ για αυτούς, αν δεν τον  «θυσιάσει» η πολιτεία.
  4. 4. Όχι σπάνια, καταδικάζονται στην εσχάτη των ποινών αθώοι. Για το λόγο αυτό, πριν επιβληθεί η θανάτωση, θα πρέπει να ελέγχονται και να συνεκτιμώνται και οι εξής παράγοντες:

α) Αν υπάρχουν επαρκείς και έγκυρες μαρτυρίες από αξιόπιστους μάρτυρες, όπως και από ιατροδικαστικά στοιχεία, εξετάσεις κλπ

β) Αν το έγκλημα που φέρεται να διέπραξε κανείς είναι ιδιαζόντως ειδεχθές, όπως αυτό προσδιορίζεται από το νόμο, ο δράστης ιδιαιτέρως επικίνδυνος και απειλείται η δημόσια ασφάλεια, ή είναι κατά συρροή εγκληματίας, άρα ανεπίδεκτος σωφρονισμού.

γ) Αν συμφωνούν μεταξύ τους η ψυχιατρική και ψυχολογική γνωμάτευση, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για άτομο με ροπή στο έγκλημα, που θεωρεί ότι με τη διάπραξή του καταξιώνεται.

5) «Το αίμα ζητά εκδίκηση», λέει μια παροιμία και η βεντέτα αποτελεί ακόμη τη μόνη λύση σε πολλές κοινωνίες. Όμως δεν πρέπει να διαιωνίζεται το έθιμο αυτό. Και η πολιτεία συμβάλλει στην απάμβλυνσή του επιβάλλοντας τη θανατική ποινή, αντί να αφήνει την επιλογή δράσης στους ανθρώπους. Δράσης, στην οποία αργότερα θα προστεθεί η αντίδραση, μετατρέποντας εκ περιτροπής το θύμα σε δράστη.

6) Η θανατική ποινή είναι σε ευθεία αναλογία με τους νόμους της φύσης. Γιατί κάθε υπέρβαση του φυσικού νόμου τιμωρείται από την ίδια τη φύση, και τα παραδείγματα πολλά: πλημύρες, σεισμοί, υπερθέρμανση του πλανήτη, πυρκαγιές, ξηρασία, επιδημίες, είναι μερικά μόνο από τα φαινόμενα που πλήττουν διαχρονικά τη γη μας, παρουσιάζοντας έξαρση όταν καταχρώμεθα τους πόρους της και διαταράσσουμε την ισορροπία της.

7) Η επιβολή ποινών στερητικών της ελευθερίας σε δολοφόνους δεν είναι το πιο ενδεδειγμένο μέσο σωφρονισμού, αφού ο δράστης επικαλούμενος λόγους υγείας ή μεταμέλεια και αξιοποιώντας τις ενδεχόμενες γνωριμίες του στο χώρο της δικαιοσύνης (έχει συμβεί συχνά), θα μπορούσε θεωρητικά να πετύχει μείωση της ποινής που του επιβλήθηκε, ή μετατροπή της. Το παράδειγμά του θα ακολουθήσουν αργότερα και άλλοι, γνωρίζοντας ότι θα πετύχουν ευνοϊκή μεταχείριση.

8) Για όσους πιστεύουν ότι η θανατική ποινή είναι βάναυση, αναχρονιστική και απάνθρωπη, αρκεί να σκεφτούνε ότι στα πεδία των μαχών και σε κοινωνικές εξεγέρσεις χάθηκαν πολύ περισσότερες ζωές και με πιο επώδυνο τρόπο.

Συνοπτικά θα λέγαμε ότι η πολιτεία εξετάζοντας την προσωπικότητα του δράστη, τη βαρύτητα του εγκλήματος, τον τρόπο τέλεσής του και αποδίδοντας στον καθένα ό,τι του αξίζει, τιμωρεί με συνέπεια τη στέρηση ζωής με στέρηση ζωής. Στους ανεπίδεκτους σωφρονισμού, η επιείκεια μοιάζει με επιβράβευση των εγκλημάτων τους και εδώ, προέχει η ζωή του συνόλου. Σαν τελευταίο μέσο δράσης η θανατική ποινή, ιστορικά θεμελιωμένη, είναι η έσχατη άμυνα της κοινωνίας απέναντι σε όσους δε σέβονται το υπέρτατο αγαθό -τη ζωή- και δεν πρέπει να αποδοκιμάζεται γενικά η εφαρμογή της, αφού «η ανισότης επί ίσων και η ισότης επί ανίσων, άκρα αδικία».