Της Therese Raphael

Για όσους θεωρούσαν ότι η υπόθεση Brexit έληξε στα τέλη του 2020, τα πρώτα σημάδια δείχνουν ότι, μόλις υποχωρήσει το ζήτημα του ιού, το θέμα έχει τα φόντα να γίνει ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος του Μπόρις Τζόνσον. Για ακόμη μια φορά.

Δεν το λες και πολύ καλό σημάδι σημάδι όταν ένα λόμπι το οποίο παραδοσιακά τασσόταν υπέρ του Brexit δηλώνει ξαφνικά εξαγριωμένο με ένα μέρος της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου με την Ευρωπαϊκή Ένωση που περιγραφόταν ως “θρίαμβος”. “Το κλειδί είναι ότι έχουμε τα ψάρια μας πίσω και είναι τώρα βρετανικά ψάρια, πράγμα που σημαίνει ότι τώρα νιώθουν καλύτερα και πιο ευτυχισμένα εξ αυτού του γεγονότος”, δήλωσε ο αρχι-Brexiteer Jacob Rees-Mogg ενώπιον ενός σχεδόν άδειου βρετανικού κοινοβουλίου την περασμένη εβδομάδα. Το αν τα ψάρια είναι πιο ευτυχισμένα ή όχι είναι δύσκολα αποδείξιμο, ωστόσο οι αλιείς, δηλαδή οι κυρίως οικογενειακές επιχειρήσεις που τα ψαρεύουν, σίγουρα δεν είναι.

Το χάος της γραφειοκρατίας στο εμπόριο με την ΕΕ

Σκωτσέζικες και ορισμένες αγγλικές αλιευτικές επιχειρήσεις πραγματοποίησαν μια δραματική επίδειξη θυμού νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα για την πρόσφατη αύξηση του κόστους της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας.

Το πρόβλημα δεν είναι τόσο οι περίπλοκοι όροι των νέων συμφωνιών επί των ποσοστώσεων στα αλιεύματα εντός της βρετανικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, αλλά η γραφειοκρατία η οποία απειλεί να καταστρέψει επιχειρήσεις οι οποίες λειτουργούν εδώ και πολλές γενιές.

Οι εξαγωγείς ζώων και ζωικών προϊόντων πρέπει να υποβάλουν Εξαγωγικά Πιστοποιητικά Υγείας (EHC), καθώς και Πιστοποιητικά Αλιείας, τα οποία εκδίδονται από κτηνιάτρους και υπαλλήλους περιβαλλοντικής υγείας. Η ζήτηση για EHCs έχει ξεπεράσει την προσφορά και πολλές επιχειρήσεις παλεύουν με χαρτιά συγκεχυμένου περιεχομένου ή προβλήματα στο πεδίο της πληροφορικής.

Ορισμένες αλιευτικές εταιρείες έχουν χάσει δεκάδες χιλιάδες κιλά καθώς τα ζωντανά αλιεύματα “χάθηκαν” ως εμπόρευμα προτού φτάσουν στον προορισμό τους στην άλλη όχθη της Μάγχης. Μεγαλύτερα αλιευτικά σκάφη έχουν αρχίσει να εκφορτώνουν τα αλιεύματά τους κατευθείαν στη Δανία, προκειμένου να αποφύγουν τις καθυστερήσεις, ωστόσο αυτό σημαίνει λιγότερη εργασία για τους Σκωτσέζους μεταποιητές. Κάποιες αλιευτικές επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να αρχίσουν να πωλούν κατεψυγμένα ψάρια, σε χαμηλότερες τιμές.

Οι αλιευτικές επιχειρήσεις είναι οι πλέον εμφανώς δυσαρεστημένες, ωστόσο δεν είναι οι μόνες που τρέφουν τέτοια συναισθήματα. Επιχείρηση εξαγωγών κρέατος με έδρα το Λονδίνο παραπονέθηκε για εμπορευματοκιβώτια φρέσκου χοιρινού κρέατος τα οποία σαπίζουν σε λιμάνι του Ρότερνταμ. “Δεν μπορούμε πλέον να το πουλήσουμε, αλλά δεν μπορούμε ούτε και να το επαναφέρουμε στη χώρα, επειδή δεν έχουμε τα κατάλληλα έγγραφα για να το κάνουμε”, δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της DH Foods στους Times.

Οι ιδιοκτήτες κομμωτηρίων δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξασφάλιση προμηθειών βαφών μαλλιών (κυρίως γαλλικού προϊόντος) τις οποίες χρειάζονται όταν ξανανοίξουν τα καταστήματά τους. Η ουαλική εταιρεία εμπορίας κρασιού Daniel Lambert έχει εκθέσει λεπτομερώς στο πώς νέα χαρτιά, επιπλέον χρεώσεις αλυσίδας εφοδιασμού και άλλες περιπλοκές θα επιφέρουν πρόσθετο κόστος σε κάθε μπουκάλι κρασιού, ενώ εκτιμά ότι το 20% έως 30% ορισμένων σειρών προϊόντων δεν θα ενδιαφέρουν πλέον τις αλυσίδες λιανικής πώλησης. Οι καταναλωτές στη Βόρεια Ιρλανδία βρήκαν ορισμένα ράφια στα σούπερ μάρκετ τους άδεια.

Εν τω μεταξύ, η αποστροφή των επιχειρήσεων στα τελωνειακά “σύνορα” της Θάλασσας της Ιρλανδίας είναι τόσο μεγάλη που η διαχειρίστρια πλοίων τύπου φέρι Stena Line μετατόπισε μεγάλο πλοίο που προοριζόταν να μεταφέρει επιβάτες μεταξύ Μπέλφαστ και Λίβερπουλ σε ένα από τα θαλάσσια δρομολόγια που συνδέουν την Ιρλανδία με τη Γαλλία.

“Προβλήματα οδοντοφυΐας”

Η κυβέρνηση του Τζόνσον έχει δύο λέξεις για όσους διαμαρτύρονται: “προβλήματα οδοντοφυΐας”. Εκείνο που εννοεί είναι: “να είστε υπομονετικοί”. Το ζήτημα δεν είναι το Brexit καθ΄ αυτό, συνεχίζει το επιχείρημα, αλλά το αναπόφευκτο και προσωρινό κόστος μιας σημαντικής αλλαγής και προσαρμογής. Τα ελαττώματα εφαρμογής θα διορθωθούν. Ο αλιευτικός κλάδος έχει λάβει δεσμεύσεις για αποζημίωση.

Φυσικά, ορισμένα από τα προβλήματα θα επιλύονται σταδιακά. Η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου Ηνωμένου Βασιλείου – ΕΕ ολοκληρώθηκε την τελευταία στιγμή και πολλές επιχειρήσεις δεν ήταν πλήρως προετοιμασμένες επειδή απλώς δεν μπορούσαν να είναι. Το χοιρινό κρέας που “κόλλησε” στο Ρότερνταμ αποτελεί απότοκο κτηνιατρικού πιστοποιητικού το οποίο δεν συμπληρώθηκε σωστά. Τα συστήματα πληροφορικής θα βελτιωθούν και η γραφειοκρατική διαδικασία θα αποκτήσει χαρακτηριστικά ρουτίνας.

Όλα αυτά θα αφήσουν πίσω τους μια κατάσταση πιο περίπλοκη σε σχέση με εκείνο που η κυβέρνηση θέλει να παραδεχτεί. Όπως είχαν προειδοποιήσει οι ειδικοί επί ζητημάτων διεθνούς εμπορίου, τα μη δασμολογικά εμπόδια θα γίνουν μόνιμα χαρακτηριστικά του μετα-Brexit τοπίου, ακόμη και όταν οι γραφειοκρατικές διατυπώσεις και τα τελωνειακά έγγραφα θα έχουν γίνει συνήθεια.

Αυτά τα εμπόδια περιλαμβάνουν τους λεγόμενους “κανόνες προέλευσης”, οι οποίοι απαιτούν από τις επιχειρήσεις να αποδεικνύουν σε ποια χώρα παράγονται τα προϊόντα τους. Περιλαμβάνουν τους υγειονομικούς κανονισμούς για φυτά και ζώα που οδήγησαν τους μάλλον απολογητικούς Ολλανδούς συνοριοφύλακες να απαλλάσσουν τους οδηγούς φορτηγών που έφθαναν από τη Βρετανία από τα σάντουιτς με ζαμπόν με την αλλαγή του έτους. Οι απαιτήσεις σχετικά με τον φόρο προστιθέμενης αξίας γίνονται επίσης πολύ πιο περίπλοκες.

Η εμπορική συμφωνία δεν περιελάμβανε την αμοιβαία αναγνώριση της αξιολόγησης της συμμόρφωσης, η οποία θα επέτρεπε σε εργαστήρια με έδρα στο Ηνωμένο Βασίλειο να πιστοποιούν ότι τα βρετανικά προϊόντα πληρούν τις απαιτήσεις της ΕΕ.

Οι καταναλωτές ανακαλύπτουν ολοένα και περισσότερο τη νέα πραγματικότητα. Μου ζητήθηκε να πληρώσω δασμούς για ένα αντικείμενο που είχα παραγγείλει μέσω διαδικτύου και θα αποστελλόταν από τη Γαλλία. Αρνήθηκα. Η αγορά προϊόντων από άλλες χώρες της ΕΕ ήταν κάποτε τόσο κοινότοπη όσο το να παραγγέλνουν Αμερικανοί από την Καλιφόρνια κάτι που κατασκευάστηκε στην Πενσιλβάνια ή στο Οχάιο. Και αυτές οι παραγγελίες αναμένεται να γίνουν ακόμη πιο ακριβές. Η Φορολογική και Τελωνειακή Υπηρεσία του Ηνωμένου Βασιλείου εκτιμά ότι αυτές οι νέες απαιτήσεις θα προσθέσουν 7 δισεκατομμύρια λίρες (9,6 δισεκατομμύρια δολάρια) γραφειοκρατικού κόστους στο διμερές εμπόριο με την ΕΕ.

Ο κίνδυνος νέας εκστρατείας “δαιμονοποίησης” της ΕΕ

Το Brexit είναι πλέον μη αναστρέψιμο – τουλάχιστον για μια γενιά. Ωστόσο η σχέση με την ΕΕ δεν θα είναι ποτέ στατική. Πρόκειται για μια διαρκή διαπραγμάτευση. Ο Τζόνσον θα μπορούσε να προσπαθήσει να μετριάσει ορισμένες από αυτές τις περιπλοκές εργαζόμενος μέσω μιας από τις 19 εξειδικευμένες επιτροπές που καλύπτουν τους διάφορους τομείς της συμφωνίας προκειμένου να απαλύνει μερικές από αυτές τις ταλαιπωρίες.

Όπως όμως υπάρχει τρόπος να υποστεί κανείς ελαφρώς μικρότερο “πόνο λόγω Brexit”, υπάρχει επίσης αρκετό περιθώριο για να ξανανοίξουν και να κλιμακωθούν οι παλιές εντάσεις. Δεδομένης της εμπειρίας των τελευταίων δεκαετιών στην βρετανική πολιτική σκηνή, θα ήταν αφελές να στοιχηματίσει κανείς ότι κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί. Είτε το Ηνωμένο Βασίλειο είτε η ΕΕ θα μπορούσαν να καταγγείλουν την εμπορική συμφωνία μετά από μια περίοδο προειδοποίησης 12 μηνών.

Δεν είναι δύσκολο να δει κανείς πώς μια επιστροφή στην πολιτική του “αποδιοπομπαίου τράγου” θα μπορούσε να γίνει μια ελκυστική επιλογή για ορισμένους στο κυβερνών κόμμα του Τζόνσον. Μολονότι το νέο κόμμα Reform UK του Νάιτζελ Φάρατζ δεν αποτελεί σοβαρή απειλή, θα μπορούσε να επηρεάσει τη σχετική συζήτηση, όπως έχει κάνει και στο παρελθόν ο λαϊκιστής πολιτικός, ακόμη και χωρίς να κερδίσει έδρα στο βρετανικό κοινοβούλιο. Ορισμένοι έχουν ήδη ζητήσει να ενεργοποιηθεί μια διάταξη του Πρωτοκόλλου για τη Βόρεια Ιρλανδία το οποίο προβλέπει δυνατότητα λήψης μονομερών μέτρων.

Η έναρξη ενός νέου παιχνιδιού επίρριψης ευθυνών ή η επιδίωξη να ακυρωθούν δεσμεύσεις των συνθηκών που ρυθμίζουν τους όρους υπό τους οποίους έγινε η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ θα υπονόμευαν τις προσπάθειες για την ανοικοδόμηση της μετα-Brexit και μετα-Covid βρετανικής οικονομίας.

Θα δηλητηριάσει επίσης μια εμπορική σχέση για την οποία η ίδια η γεωγραφία υποδεικνύει ότι θα παραμένει πάντα εξαιρετικά σημαντική για τη Βρετανία. Ο Τζόνσον πρέπει να αντισταθεί σε αυτό το πολιτικό “μονοπάτι” με κάθε κόστος.