ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΗ

Ένας καλός φίλος μου έλεγε σήμερα την παρακάτω ιστορία:

Ήταν δεκαετία του ’90 και είχε πάει για δουλειές στην Πόλη, οπότε βρέθηκε στην Ελληνική συνοικία του Ασιατικού τμήματος της Πόλης, όπου παλιά ήταν όλα τα Ελληνικά αρχοντικά.

Περιδιάβαινε τον δρόμο και φωτογραφιζε τα αρχοντικά, όταν ένας ηλικιωμένος κύριος, πολύ αδύνατος, φορώντας όμως ένα πανάκριβο καμηλό παλτό τον πλησίασε και του μίλησε.

“Έλληνας είσαι;”

“Ναι”

“Έλα εδώ να σταθούμε να σου πω κάτι”

Του έδειξε ένα κτίριο σωστό παλάτι. “Αυτό ήταν δικό μου, ήμουν βιομήχανος γυάλινων ειδών με το μεγαλύτερο εργοστάσιο στην Πόλη. Το κράτος μου πήρε την περιουσία μου και την έβγαλε στο σφυρί και τώρα εδώ μένουν Τούρκοι και μου έχουν παραχωρήσει ένα δωμάτιο κι ένα μπάνιο, με ένα μοναδικό παράθυρο και ξεχωριστή είσοδο εδώ. Σε είδα και κατάλαβα ότι πρέπει να είσαι Έλληνας και ήρθα να σου ζητήσω αν έχεις λίγα χρήματα να αγοράσω φαγητό, γιατί η σύνταξη που παίρνω δεν φτάνει ούτε για το ψωμί μου”.

Στην ερώτηση του φίλου μου αν έχει παιδιά, συγγενείς ή οποιονδήποτε άλλο, του απάντησε ότι όλοι έχουν πια φύγει από την Τουρκία και αυτός μένει εκεί γιατί θέλει να πεθάνει στο σπίτι του.

Οι τελευταίοι Έλληνες της Πόλης, γέροι πια, αργοσβήνουν στο νοσοκομείο στο Μπαλουκλί, λίγες εκατοντάδες από μια κοινότητα που κάποτε αριθμούσε 250.000 ανθρώπους.

Σκεφτείτε τώρα τον Ερντογάν να μιλάει για “καταπίεση των Τούρκων της Θράκης” και κάποιους ανόητους διεθνιστές της ΠΦΑ μέσα στη Βουλή να τον σιγοντάρουν, υποστηρίζοντας το θέμα της εκλογής των Μουφτήδων, κατά παράβαση της Συνθήκης της Λοζάνης.

Χωρίς καν να ντρέπονται…..