Η Ελεάννα Σαντοριναίου γεννήθηκε το 1988 στην Αθήνα. Είναι σκηνοθέτης θεάτρου και κινηματογράφου και μοιράζει την ζωή της μεταξύ Ελλάδας και Αγγλίας. Το καλλιτεχνικό μικρόβιο υπήρχε μέσα της από τότε που ήταν πολύ μικρή καθώς μεγάλωσε σε σκηνές θεάτρου και στούντιο λόγω της δουλειάς των γονιών της. Η ενασχόλησή της με την σκηνοθεσία είναι κάτι που την γεμίζει χαρά και ζωή καθώς από μικρή ήξερε ότι αυτό ήθελε να κάνει πάντα! Δεν συμβιβάστηκε ποτέ καθώς η φιλοσοφία της ζωής της είναι ότι κάθε δυσκολία εμπεριέχει ευκαιρίες και λύσεις με τις οποίες ο καθένας πάει μπροστά!!

– Κυρία Σαντοριναίου, αρχικά θα ήθελα να μας πείτε λίγα λόγια για εσάς, για να σας γνωρίσουμε καλύτερα.

Γεννήθηκα στην Αθήνα όπου και πέρασα όλη μου την ζωή μέχρι το 2012 όπου έφυγα για Λονδίνο. Σπούδασα στο Τμήμα Μεθοδολογίας και Ιστορίας της Επιστήμης στο Ελληνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο. Στο Λονδίνο σπούδασα filmmaking και σκηνοθεσία στο London Film Academy. Ήμουν τυχερή γιατί μεγάλωσα μέσα σε μία οικογένεια που ήταν άκρως καλλιτεχνική. Και οι δύο μου γονείς σπούδασαν στην Καλών Τεχνών . Ο πατέρας μου είναι video artist, σκηνοθέτης και καθηγητής στην Καλών Τεχνών και η μητέρα μου είναι παραγωγός και διευθύντρια του Θεάτρου Φούρνος. Καθώς μεγάλωνα οι γονείς μου είχαν μία εταιρία παραγωγής τηλεοπτικών εκπομπών, το 1992 ίδρυσαν το Θέατρο Φούρνος και από το 1996 μέχρι και το 2006 είχαν δημιουργήσει το πρώτο Διεθνές Φεστιβάλ Τέχνης και Τεχνολογίας την Ελλάδας. Η μία μου θεία είναι κουκλοποιός και κουκλοπαίχτρια και η άλλη δουλεύει στην τηλεόραση. Μεγάλωσα μέσα σε στούντιο και σκηνές, γνωρίζοντας νέους καλλιτέχνες και ηθοποιούς. Αυτήν τη στιγμή ζω μεταξύ Λονδίνου και Αθήνας και σκηνοθετώ για το θέατρο και τον κινηματογράφο.

– Πώς προέκυψε η ενασχόλησή σας με την σκηνοθεσία και τον χώρο του θεάτρου; Ήταν ένα παιδικό- εφηβικό όνειρο ή εξελίχθηκε στην πορεία της ζωής σας;

Άρχισα να φτιάχνω ιστορίες από πολύ μικρή. Ήμουν γύρω στα 7 όταν είχα φτιάξει το δικό μου βιβλίο από χαρτιά Α4 που τα είχα ράψει. Ήταν η ιστορία για το μεγαλύτερο ψωμί όλου του κόσμου. Νομίζω ότι από τότε δεν σταμάτησα να γράφω. Όταν ήμουν γύρω στα 14 άρχισα να βλέπω πάρα πολλές ταινίες κάθε βράδυ. Μου άρεσε πολύ η αίσθηση του να βλέπεις τον κόσμο μέσα από μία διαφορετική ματιά. Σε αυτήν την ηλικία άρχισα να σκέφτομαι ότι κι εγώ θέλω να φτιάχνω ταινίες όταν μεγαλώσω. Το θέατρο προέκυψε αργότερα – πάντα έβλεπα θέατρο από μωρό και πάντα το αγαπούσα αλλά γύρω στα 16,17 συνειδητοποίησα την μαγεία της στιγμής που σου προσφέρει το θέατρο. Κάτι που γίνεται εδώ και τώρα. Πολλές φορές μετά από παραστάσεις στον “Φούρνο”, έβλεπα τους ηθοποιούς να βγαίνουν έξω με τα κανονικά τους ρούχα και να κάθονται στο μπαρ και σκεφτόμουν πόσο ενδιαφέρον είναι ότι ζήσαμε μαζί μία ιστορία και τώρα είναι απλά ο εαυτός τους. Όταν τελικά επέλεξα να γίνω σκηνοθέτης ήταν κάτι που ήρθε φυσικά , σαν συνέχεια της ζωής μου ως τώρα. Πάντα ήθελα να λέω ιστορίες και πάντα μου άρεσε αυτός ο τρόπος ζωής όπου κάθε μέρα είναι διαφορετική από την προηγούμενη, πάντα κάνεις κάτι καινούριο και πάντα γνωρίζεις ανθρώπους. Θα ήθελα να συνεχίσω αυτή την ζωή και χωρίς πολύ σκέψη πήρα την απόφαση ότι θέλω να γίνω σκηνοθέτης. Τώρα πώς τα καταφέρνεις είναι μία άλλη ιστορία.

– Ασχολείστε κυρίως με παραστάσεις παιδικού θεάτρου. Κατά πόσο ένα παιδί παρακολουθεί με αμείωτο ενδιαφέρον μία παράσταση; Παίζουν ρόλο τα αφηγηματικά μέσα και οι τεχνικές που χρησιμοποιείτε;

Σωστά. Στην Αθήνα ασχολούμαι με το παιδικό θέατρο από το 2008. Θεωρώ πάρα πολύ σημαντική την παιδική ηλικία – οι αναμνήσεις και τα ερεθίσματα που παίρνει ένα παιδί είναι οι «μπαταρίες» του για μία όμορφη ενήλικη ζωή. Τα έργα μου αφορούν τα πολύ μικρά παιδιά 2,5 – 6 ετών σίγουρα είναι ένα δύσκολο κοινό διότι ακόμα μαθαίνει τον κόσμο, μπορεί εύκολα να βαρεθεί και θα το πεί. Εάν όμως το έργο που βλέπει αφορά το παιδί, με βεβαιότητα μπορώ να σας πω, ότι θα το παρακολουθήσει με αμείωτο ενδιαφέρον. Σίγουρα παίζουν ρόλο τα αφηγηματικά μέσα και οι τεχνικές που χρησιμοποιώ. Για παράδειγμα το γεγονός ότι οι ηθοποιοί τους απευθύνουν το λόγο και τα καλούν στην σκηνή είναι κάτι σημαντικό. Δημιουργεί έναν χώρο πιο οικείο για τα ίδια τα παιδιά, δεν χρειάζεται να είναι ακίνητα όλην την ώρα, επίσης βοηθούν στην εξέλιξη της δράσης κάτι που τα κάνει να αισθανθούν υπερήφανα. Βεβαίως τώρα με τα γεγονότα της πανδημίας, καλούμαστε να αναθεωρήσουμε τις τακτικές αυτές ώστε να εξασφαλίσουμε την ασφάλεια όλων. Μία πρόκληση που είμαι σίγουρη ότι θα μας βοηθήσει να ανακαλύψουμε νέους τρόπους διάδρασης και επικοινωνίας. Ανεξάρτητα βέβαια από τις τεχνικές το πιο σημαντικό – θα έλεγα για κάθε θεατρικό έργο – είναι η ιστορία. Πάντα όταν γράφω σκέφτομαι «αυτό είναι κάτι που θα αφορά τον κόσμο ενός παιδιού 3 ετών, είναι κάτι ενδιαφέρον;». Αυτή είναι μία σημαντική ερώτηση όταν γράφουμε για μία συγκεκριμένη ομάδα θεατών, διότι όποιες και να είναι οι τεχνικές εάν η ιστορία δεν έχει ενδιαφέρον έχει μικρή σημασία εάν τα παιδιά θα ανέβουν στην σκηνή ή θα κρατήσουν ένα σκηνικό αντικείμενο. Αντίστοιχα καθώς γράφω την ιστορία σκέφτομαι και τους συνοδούς των παιδιών, η ιστορία θέλω να έχει ενδιαφέρον και χιούμορ και γι αυτούς – διότι αποτελούν εξίσου μέρος του κοινού. Είναι σημαντικό να βρουν στοιχεία που θα τους αρέσουν και μία ιστορία τέτοια που μετά θα μπορούν να συζητήσουν με τα παιδιά.

– Μοιράζετε την ζωή σας ανάμεσα σε δύο χώρες, Ελλάδα και Αγγλία. Η απόφαση αυτή ήρθε λόγω της οικονομικής κρίσης που βιώνουμε στη χώρα μας ή ήταν μία πιο συνειδητή απόφαση για λόγους προσωπικής ανέλιξης;

Από μικρή ήθελα κάποια στιγμή να ζήσω στο εξωτερικό – ήταν και οι γονείς μου 7 χρόνια στο Παρίσι πριν γεννηθώ οπότε είναι αυτό το κάτι που είναι σημαντικό να κάνεις. Για σπουδές έφυγα στο Λονδίνο χωρίς να έχω κάποιο πλάνο ότι θα μείνω. Γνώρισα κόσμο από όλες τις γωνιές του πλανήτη, είδα ένα νέο τρόπο δουλειάς και ένα νέο τρόπο σκέψης και στάσης απέναντι στη ζωή. Άνοιξε το μυαλό μου και σκέφτηκα ότι το Λονδίνο ως μητρόπολη έχει πολύ περισσότερα να μου δώσει και έτσι και έμεινα. Κάθε χρόνο σκέφτομαι εάν είμαι καλά εδώ και όσο είμαι μου αρέσει να έχω σαν βάση μου το Λονδίνο και να έρχομαι στην Αθήνα για δουλειές. Σίγουρα πάντως και στα επαγγελματικά βοηθάει πολύ να είσαι σε μία τέτοια πόλη γιατί υπάρχουν πολλές ευκαιρίες και μία διαφάνεια που βοηθάει στην ανέλιξή σου επαγγελματικά.

– Ανήκετε στην γενιά αυτή όπου η οικονομική κρίση στάθηκε εμπόδιο στα όνειρα και τις φιλοδοξίες της. Αισθανθήκατε να συμβιβάζεστε όλα αυτά τα χρόνια ή αντισταθήκατε για χάρη των ονείρων σας;

Δεν θα έλεγα ότι συμβιβάστηκα γιατί σαν φιλοσοφία ζωής πιστεύω ότι η κάθε δυσκολία έχει κάποιες ευκαιρίες, ή καλύτερα λύσεις με τις οποίες μπορεί κανείς να πάει μπροστά. Βέβαια αυτό απαιτεί πολύ σκληρή δουλειά και σίγουρα όταν ήμουν ακόμα μαθήτρια ο ενήλικος κόσμος φάνταζε στρωμένος με ροδοπέταλα, ότι θα σπουδάσω και θα γίνω αυτό που θέλω αλλά όταν βγήκα έξω για δουλειά σίγουρα δεν ήταν έτσι. Έχω υπάρξει πάρα πολύ τυχερή και ευγνώμων που τα πρώτα μου βήματα τα έκανα στο οικογενειακό θέατρο αλλά πολλά παιδιά δεν ήταν τόσο τυχερά. Το πιο δύσκολο είναι η συνειδητοποίηση ότι οι γονείς μας στην ηλικία των 30 είχαν αγοράσει το πρώτο τους σπίτι, είχαν 2 αυτοκίνητα, ίσως ένα εξοχικό αλλά η δικιά μου γενιά μπορεί τώρα να προσπαθεί ακόμα να βγάλει ένα ικανοποιητικό μισθό για να ζήσει εκτός πατρικού σπιτιού. Αντίστοιχα στην Αγγλία παλιά όταν κάποιος ήθελε να γίνει σκηνοθέτης τα βήματα ήταν πιο συγκεκριμένα και εύκολα. Τώρα ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος και οι δυσκολίες περισσότερες σε μία πόλη τόσο ακριβή. Εγώ όσο ζω εδώ έχω κάνει από babysitting, γραμματέας σε Ναυτιλιακή Εταιρία Δημοσίων Σχέσεων, όλες τις δουλειές σε ένα κινηματογραφικό σετ και μοντάζ – το οποίο ακόμα κάνω για να συνεχίσω να κυνηγάω το όνειρό μου. Αλλά όπως ανέφερα, οι δυσκολίες δυστυχώς είναι εκεί δεν είναι εύκολο να αλλάξουν αλλά η νοοτροπία η δική μας ως προς αυτές μπορεί να καθορίσει το τι θα κάνουμε.

– Η επιτυχημένη παιδική παράσταση «Μήλα, ζάχαρη, κανέλα» παίζεται για 12 συνεχόμενες χρονιές στο Θέατρο Φούρνος! Που πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η μεγάλη επιτυχία και γιατί το κοινό, τόσο το ανήλικο όσο και το ενήλικο, έχει αγκαλιάσει με μεγάλη αγάπη αυτό το έργο;

Πρώτα από όλα στην ομάδα – είναι μία παράσταση που φτιάχτηκε με αγάπη και συνεχίζει έτσι. Ξέρω ότι μπορεί να ακουστεί κλισέ αλλά αυτή η αγάπη δημιουργεί αυτήν την ζεστή ατμόσφαιρα που καλωσορίζει τους μικρούς θεατές που ίσως ακόμα φοβούνται το θέατρο ή είναι η πρώτη τους επαφή με αυτό. Χάρη στις δύο ηθοποιούς Ματίνα Δημητροπούλου και Ευγενία Μαραγκού επί 12 χρόνια έχουμε μία φρέσκια και γλυκιά παράσταση που απευθύνεται στον κόσμο ενός παιδιού που όλα του είναι καινούρια. Το “Μήλα Ζάχαρη Κανέλα” είναι μία απλή ιστορία – την οποία ένα μικρό παιδί ακόμα και 2 ετών μπορεί να την παρακολουθήσει – αλλά με πολλά νοήματα. Η έννοια της φιλίας, της επιμονής και της μη παραίτησης, του να βοηθάμε, είναι μηνύματα που οι γονείς θέλουν να μεταφέρουν στα παιδιά τους. Η συγκεκριμένη παράσταση το δίνει όλο αυτό με έναν ευχάριστο τρόπο, χωρίς να γίνεται διδακτική και βαρετή. Τα παιδιά περνάνε ωραία, χορεύουν, νιώθουν άνετα να συνομιλήσουν με τους ήρωες και στο τέλος επειδή έχει happy ending τρώνε και μηλόπιτα. Νομίζω αυτό το κάνει να έχει ακόμα επιτυχία – είναι κάτι όμορφο το οποίο φρεσκάροντάς το κάθε χρόνο με νέα κοστούμια και σκηνικά το κάνουμε μία παράσταση έτοιμη να καλωσορίσει την νέα γενιά θεατών.

– Θα ήθελα να μου πείτε ποια δουλειά σας έχετε ξεχωρίσει μέχρι στιγμής στην καλλιτεχνική σας πορεία και για ποιο λόγο.

Για να είμαι ειλικρινής δεν έχω μία δουλειά που είναι η πιο ξεχωριστή. Κάθε δουλειά είναι μία καινούρια συνεργασία, καινούριες εμπειρίες και προκλήσεις. Νέες ιστορίες, μηνύματα και συνομιλία με το κοινό. Σίγουρα τα “Μήλα Ζάχαρη Κανέλα” και η ταινία μικρού μήκους “Θυμάσαι Που Πηγαίναμε στην Θάλασσα” είναι σημαντικά για εμένα γιατί είναι τα δύο πρώτα έργα που έκανα στο θέατρο και κινηματογράφο. Είναι σημαντικά γιατί μου έδωσαν την ώθηση να συνεχίσω – σκέφτηκα ότι μάλλον κάνω κάτι καλά. Εάν αυτά τα έργα δεν είχαν πάει καλά δεν ξέρω πώς θα είχε επηρεαστεί η πορεία μου.

– Πιστεύετε ότι το παιδικό θέατρο έχει μέλλον στην Ελλάδα; Υπάρχουν νέοι ηθοποιοί και σκηνοθέτες που θα μπορούσαν να υπηρετήσουν σωστά το παιδικό θέατρο;

Φυσικά και έχει. Υπάρχουν πολλοί δημιουργοί που αγαπάνε το παιδικό θέατρο και συνεχίζουν να το εξελίσσουν και να το υποστηρίζουν. Είμαστε πλέον και σε μία εποχή που το παιδί δεν αντιμετωπίζεται σαν μία οντότητα που δεν καταλαβαίνει αλλά σαν ένα «νέο» άνθρωπο που συνεχώς μαθαίνει. Μία σημαντική διαφορά σε σχέση με την ποιότητα των ιστοριών που παρουσιάζονται. Επίσης θέλω να προσθέσω ότι το παιδικό θέατρο οφείλει να έχει μέλλον στην Ελλάδα – όπως και σε κάθε χώρα. Τα παιδιά είναι ότι πιο σημαντικό έχει ένα κράτος για ένα καλό μέλλον – και τα παιδιά μαθαίνουν από αυτά που βλέπουν. Είναι σημαντικό η νέα γενιά να είναι πολίτες δεκτικοί, ανοιχτοί στην διαφορετικότητα, να αγαπάνε και να βοηθάνε ο ένα τον άλλο και το θέατρο πιστεύω ότι μπορεί να φυτέψει τέτοιους σπόρους και μηνύματα.

– Κλείνοντας, θα ήθελα να μας πείτε που σας βρίσκουμε επαγγελματικά φέτος και τα μελλοντικά καλλιτεχνικά σας σχέδια.

Η πανδημία με κράτησε απασχολημένη θα έλεγα. Αυτή την στιγμή ετοιμάζω 2 ταινίες μικρού μήκους στην Ελλάδα και μία στην Αγγλία, μία μίνι σειρά 6 επεισοδίων που θα αφορά και τις δύο χώρες και άλλα μικρότερα βίντεο τα οποία θα μοιραστώ στο site μου (www.eleannasantorinaiou.com). Τέλος γράφω μία ταινία μεγάλου μήκους για την Ελλάδα και από το 2021 θα ανεβάσω στο θέατρο Φούρνος το καινούριο μας παιδικό έργο και ένα ενηλίκων.