Για πολλά χρόνια, ζούσα διαρκώς με το φόβο της αποτυχίας, τρομαγμένη από όσα είχα διδαχτεί ως παιδί, να πιστεύω για την αποτυχία. Γιατί, όλοι γύρω μου μίλαγαν πάντα για την επιτυχία, για το τι οφείλω να επιτύχω, αλλά και ποια είναι εκείνα τα επιτεύγματα που θα μου εξασφαλίσουν απέναντι στους άλλους την πολυπόθητη ανωτερότητα της επιτυχίας!

Βλέπετε, καθ’ όλη την διάρκεια της παιδικής μου ηλικίας, ο τρόπος που ζούσαν οι ενήλικες γύρω μου, με ώθησε να σχηματίσω την εικόνα πώς η ζωή δεν είναι παρά ένα μεγάλο ξύλινο κασόνι, γεμάτο επιμέρους κουτιά: μικρά κουτιά, μεσαία ή συχνά και μεγάλα κουτιά- πάντως κουτιά, μέσα στα οποία εσύ, ανεξαρτήτως συνθηκών, είσαι υποχρεωμένος να κάθεσαι ή να βαδίζεις: προκαθορισμένες στην εντέλεια δηλαδή, διαδρομές – από το σχολείο στο πανεπιστήμιο και μετά στην εκκλησία και μετά στο μαιευτήριο – ασφαλείς, κοινωνικά αποδεκτές και πάνω απ΄ όλα, με τη σφραγίδα της επιτυχίας στα μάτια των πολλών!

Μεγαλώνοντας λοιπόν στη σκιά του φόβου μήπως αποτύχω, υιοθέτησα την καλύτερη μέθοδο, τη μόνη που γνώριζα, δηλαδή: αποφάσισα να παραιτηθώ μια και καλή, έτσι ώστε να μην βρεθώ ποτέ στην θέση του αποτυχημένου! Εξέλεξα, επίτηδες, τους ρόλους αλλά και τις θέσεις που παρείχαν τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια, όσο και αν στην πραγματικότητα, δε μου ταίριαζαν καθόλου, ίσα-ίσα μου προκαλούσαν άκρα δυσφορία, κι όλο έσφιγγα και ασφυκτιούσα με όλο το είναι μου, μπας και χωρέσω, επιτέλους, στο κουτί που είχα πειστεί πώς, στο κάτω-κάτω, είναι φτιαγμένο στα δικά μου μέτρα!

Μέχρι που, ξημέρωσε μια μέρα, όπου δεν άντεχα πια να προσποιούμαι πως το κουτί μου με χωρά, σηκώθηκα και βγήκα έξω απ’ αυτό, νιώθοντας την ανάγκη πια, να δοκιμάσω τα φτερά μου – ρισκάροντας τώρα όμως, και το ενδεχόμενο της αποτυχίας! Πράγματι, απ’ τη μέρα που βγήκα, ανοίγοντας τα φτερά μου για πρώτη φορά, κατάλαβα πώς δεν είναι εύκολο να βγαίνεις απ’ το κουτί σου και να προσπαθείς να πετάξεις, όταν μάλιστα το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σου το’ χεις περάσει μέσα στο κουτί, αγαπώντας και παράλληλα, μισώντας αυτό το κουτί, γιατί όσο σε προστατεύει, άλλο τόσο σε περιορίζει: βγήκα απ’ το κουτί μου, λοιπόν, και αμέσως, όπως έκανα να πετάξω, σκόνταψα, πόνεσα και ξανάνοιξα τα φτερά μου, μα και πάλι, έπεσα, μα και πάλι, πήρα θάρρος και ξανάνοιξα τα φτερά μου, κι έτσι, βήμα το βήμα, σιγά-σιγά, μαθαίνω να πετάω!

Ναι, υπάρχουν μέρες που κοντοστέκομαι κουρασμένη και ηττημένη, νιώθοντας την αποτυχία να μου χτυπά την πόρτα, να’ ρχεται να μου σφυρίξει στο αυτί πώς, μάταια πασχίζω να πετάξω, αφού δεν το αξίζω, αφού δε θα τα καταφέρω, όπως υπάρχουν και μέρες που, ξεδιπλώνω τα φτερά μου και απλά, πετάω, όσο μπορώ και όσο με φθάνουν οι δυνάμεις μου:τα φτερά μου, βλέπετε, τα εκπαιδεύω ακόμη!

Ναι, δε μετανιώνω που αποφάσισα να εγκαταλείψω το κουτί μου: γιατί, μετά από τόσες πτώσεις και γδαρσίματα, έμαθα να γιορτάζω την κάθε αποτυχία μου: έμαθα να μην απογοητεύομαι πια, μπροστά στις κλειστές πόρτες, όπως και να κλείνω αποφασιστικά τις πόρτες πίσω μου, σαν έρθει η ώρα να φύγω, έμαθα να πετάω, δίχως φόβο, δίχως ενδοιασμούς ή μεταμέλειες: επιτέλους κατάλαβα, πώς ζωή δεν είναι εκείνο το στενό κουτί που πασχίζεις να στριμώξεις το κορμί σου στις διαστάσεις του, αλλά το πέταγμα, με τις δικό σου ρυθμό, με τις δικές σου δυνάμεις, μα πάνω απ’ όλα, με τα ολοδικά σου, φτερά!